- ἐπέστησε
- ἐφίστημιsetaor ind act 3rd sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
αστρολογία — Παρατήρηση των άστρων για την πρόβλεψη του μέλλοντος, σύμφωνα με την πίστη ότι αυτά το καθορίζουν. Η α. γεννήθηκε στη Μεσοποταμία τη 2η χιλιετία π.Χ. ως θρησκευτική τέχνη, ένας τρόπος να έρθει κανείς σε επαφή με τους θεούς που ταυτίζονται με τα… … Dictionary of Greek
σθένος — Ακέραιος αριθμός που εκφράζει την ικανότητα ενός ατόμου να ενώνεται απ’ ευθείας με άλλα άτομα. Το σ. συμβατικά αναφέρεται στο σ. του υδρογόνου, που έχει οριστεί ίσο με 1, ή με το σ. του οξυγόνου που είναι 2. Γραφικά το σ. παριστάνεται με ένα… … Dictionary of Greek
Καστίλια, Ραμόν — (Ramon Castilla, Ταραπακά 1797 – Αρίκα 1867). Περουβιανός στρατηγός και πολιτικός, πρόεδρος του Περού (1845 51, 1855 62). Κατά την περίοδο της σύγκρουσης ανάμεσα στο Περού και στη Βολιβία οργάνωσε στρατό, με τον οποίο νίκησε τον πρόεδρο… … Dictionary of Greek
ἐπέστησ' — ἐπέστησα , ἐφίστημι set aor ind act 1st sg ἐπέστησε , ἐφίστημι set aor ind act 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)